Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 12, 2005

Μνήμη άσβυστη.

Δεν έκλεισα μάτι χτες βράδυ! Ήρθε πάλι και μου γρατσούνισε την καρδιά, η μνήμη πολυαγαπημένου ξαδέρφου που έφυγε άξαφνα. Έχει χρόνια … εφτά, οχτώ, … δε μετριούνται, …λίγα φαίνονται. Θυμήθηκα τα «'γεια μας...» που δεν πιάσανε, θυμήθηκα τα «... έλα ρε! Θα περάσει κι αυτό!» που μου λείπουν, θυμήθηκα τις ευχές κείνη την πρωτοχρονιά για «καλή χρονιά» που δεν ήρθε και για «χρόνια πολλά» που ήταν μόνο λίγοι μήνες ….
Πόσο τον θαύμαζα και πόσο τον αγαπούσα το Νικόλα! Ο μεγάλος ξάδερφος, ο κοσμογυρισμένος! «Ο Γκλέζος» ήταν το χαϊδευτικό του, η γιαγιά η Σεραφεία τό’λεγε και το κολλήσαμε όλα τα ξαδέρφια. Νίκος ο παππούς κι όλα τ΄αρσενικά εγγόνια από γιους και κόρες, Νικολάδες. Ο Εδεσσαίος, ο Γκλέζος, ο Νίκος, τώρα «Γιατρός» και ο Νικολάκης, τώρα «tec». Τόχε ένα χούϊ η φαμίλια με τα χαϊδευτικά!!
Ο Γκλέζος, σπούδασε στο Manchester κι έτσι του ‘μεινε τ΄όνομα. Δύσκολα χρόνια και για κείνον και για τον οικοδόμο πατέρα που με στέρηση προσωπική, έστελνε ότι μπορούσε να γλυτώσει απ΄την υπόλοιπη φαμίλια! Γνώρισε εκεί μιαν Αγγλίδα που λάτρευε την Ελλάδα, ήταν μικρός, φτωχός, εκείνη έμεινε έγκυος, ήταν Έλληνας, την παντρεύτηκε. Δεν τα κατάφεραν κι ο Stefan, ο καρπός της αγάπης τους, έμεινε εκεί με τη μάνα του που ήθελε ν΄αγαπάει την Ελλάδα από μακριά μόνο. Έμεινε εκεί, να περιμένει έναν πατέρα που δεν υπήρχε περίπτωση να γυρίσει για περισσότερο από 2-3 μέρες. Ίσα για ν΄ ακουμπήσει την καρδούλα του πιτσιρικά!
Ο Νίκος γύρισε στην πατρίδα, πήγε στρατό και μετά μ΄ένα πτυχίο ηλεκτρονικού και δη εξ Αγγλίας, δούλεψε σε πολυεθνικές, ταξίδεψε σε Αράβικες κι ανατολίτικες χώρες, έζησε όσα δεν είχε ζήσει. Καλοπέρασε ΄κείνα τα χρόνια. Νύχτες μαγικές, ονειρεμένες, αγάπες λάγνες ….. όλα τα καλά! Μα ο Νίκος ήταν άνθρωπος για οικογένεια. Λάτρευε τα παιδιά και το δικό του του΄λειπε! Είκοσι μέρες καλοκαιρινές, δεν ήταν αρκετές ούτε για τον έναν ούτε για τον άλλο. Κείνες τις μέρες, ο ένας συναντούσε το γιο που δεν ήταν όπως τον ήθελε κι ο άλλος τον πατέρα που δεν ήξερε…
Παντρεύτηκε ένα μήνα μετά από μένα. Εγώ για πρώτη κι εκείνος για δεύτερη φορά. Όταν χώρισα κι έμεινα 26 χρόνων κουρέλι, με τον Χρήστο ενός έτους, αυτός μου στάθηκε σαν αδέρφι. Είχε κι αυτός προβλήματα. Είχε μπει σε «λούκια», όπως έλεγε. Είχε όμως κι ένα Νώντα, τέσσερις μήνες μικρότερο απ΄το δικό μου το βλαστάρι που του είχε αλλάξει τη ζωή! Κολλητάρια, αυτός το μεγάλωνε το παιδί. Κρεμασμένος από πάνω του ο μικρός. Λατρεία, όχι απλά αγάπη!
Τα ποτήρια μας ανταμώνανε συχνά, άλλοτε σε λύπες, άλλοτε σε χαρές. Παντρέψαμε ξαδέρφια, κηδέψαμε παππούδες, γονιούς, κλάψαμε, γελάσαμε. «Άντε στην υγειά μας αξά!!» βροντοφώναζε και γελούσε, μ΄εκείνο το αξέχαστο βαρύ του γέλιο. «Διασοϊκό» το λέγαμε, το μάζεμα που κάναμε κάθε τόσο τα έντεκα ξαδέρφια. Πρώτα ξαδέρφια κι αγαπημένα. Η συντρόφισσα του Νικόλα, η Φώτω, λίγο μας τα χαλούσε, αλλά τελικά, υποχωρώντας, του΄κανε το χατίρι. Κουμπάρα και ξαδέρφη σήμερα, η Φώτω, κατάλαβε πολλά και τσουγκρίζει πια με καρδιά ανοιχτή μ΄όλους μας. Κι ο Νικόλας, σίγουρα γελάει που μας βλέπει …. απ΄όπου…..
Με βρήκε στ΄αυτοκίνητο, να γυρίζω απ΄τη δουλειά! «Έχω να σου πω δυο νέα, ένα ευχάριστο κι ένα δυσάρεστο» άκουσα στο τηλέφωνο και με ζώσανε τα φίδια. Δεύτερο παιδί του ετοίμαζε η γυναίκα του και κάτι όχι και πολύ καλό έπαιζε με το στομάχι του. Ήταν Οκτώβρης κι όλα έγιναν μαύρα. Όσο κι αν ελπίσαμε, όσο κι αν προσπαθήσαμε, οι μήνες ήταν λίγοι κι η δυσπλασία μας κέρδισε. Κι εμάς όλους κι εκείνον και το Νώντα και την κοιλάρφανη βαφτιστήρα μου. Η μικρή, δεν μπορεί να ξέρει, ο Νώντας πονάει ακόμα……
Νίκη τη λέμε, για να τον θυμόμαστε, …. λες και θα μπορούσαμε να τον ξεχάσουμε…. Είναι ο ήλιος κι η χαρά. Είναι το αστέρι το φωτεινό. Είναι μια αγάπη ολόκληρη, ένας ολάνθιστος κήπος. Είναι η ελπίδα που χάσαμε και το διαμάντι που φύτρωσε απ΄τα μάτια μας. Είναι όλα όσα θα΄θελα να ξέρει ο Νίκος. Ίσως είναι όλα όσα ξέρει ο Νίκος και μας γλυκαίνει το κρασί κάθε που χύνουμε λίγο στο χώμα….

Οι προσευχές των ναυτικών.


Οι Γιαπωνέζοι ναυτικοί, προτού να κοιμηθούν,
βρίσκουν στην πλώρη μια γωνιά που δεν πηγαίνουν άλλοι
κι ώρα πολλή προσεύχονται, βουβοί, γονατιστοί
μπρος σ' ένα Βούδα κίτρινο που σκύβει το κεφάλι.

Κάτι μακριά ως τα πόδια τους φορώντας νυχτικά,
μασώντας οι ωχροκίτρινοι μικροί κινέζοι ρύζι,
προφέρουνε με την ψιλή φωνή τους προσευχές
κοιτάζοντας μια χάλκινη παγόδα που καπνίζει.

Οι Κούληδες με τη βαριά ωχροκίτρινη μορφή
βαστάν σκυφτοί τα γόνατα κοιτώντας πάντα κάτου,
κι οι Αράπηδες σιγοκουνάν το σώμα ρυθμικά,
κατάρες μουρμουρίζοντας ενάντια του θανάτου.

Οι Ευρωπαίοι τα χέρια τους κρατώντας ανοιχτά,
εκστατικά προσεύχονται γεμάτοι από ικεσία,
και ψάλλουνε καθολικές ωδές μουρμουριστά,
που εμάθαν όταν πήγαιναν μικροί στην εκκλησία.

Και οι Ελληνες, με τη μορφή τη βασανιστική,
από συνήθεια κάνουνε, πριν πέσουν , το σταυρό τους
κι αρχίζοντας με σιγανή φωνή ''Πάτερ ημών...''
το μακρουλό σταυρώνουνε λερό προσκέφαλό τους

Free Counters
Free Counter Hungry For Life